Το πρόβλημα της μέτρησης στην κβαντική μηχανική και η έννοια της πληροφορίας στην κβαντική πληροφορική

Το πρόβλημα της μέτρησης στην κβαντική μηχανική και η έννοια της πληροφορίας στην κβαντική πληροφορική

Οι νέες και πιο επεξεργασμένες ιδέες της φυσικής επιστήμης σχετικά με το πρόβλημα της κβαντικής μέτρησης σε συνδυασμό με την αλματώδη ανάπτυξη της τεχνολογίας (κυρίως της νανοτεχνολογίας) έχουν ωθήσει την έρευνα, μέσω της επανεξέτασης, της διασάφησης και αλλαγής (π.χ. σύγχρονες θεωρίες «αποσυνοχής») των κβαντικών θεμελίων και βασικών εννοιών, στην αξιοποίηση των λεγόμενων κβαντικών παραδόξων στην κατεύθυνση της κβαντικής πληροφορικής. Συνδυάζοντας φυσική, μαθηματικά και υπολογιστική επιστήμη (computational science), η κβαντική πληροφορική έχει διαμορφωθεί, κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες, από μια ουτοπική ιδέα σε μια από τις πιο γοητευτικές και εξαιρετικά ενδιαφέρουσες ερευνητικές περιοχές που πηγάζουν από την κβαντική μηχανική.Δύο είναι οι κυρίαρχες φιλοσοφικές προσεγγίσεις της κβαντικής πληροφορικής: Πρώτον, εκείνη που οικειοποιείται, εν μέρει, τη φιλοσοφική οπτική της «Σχολής της Κοπεγχάγης» (ιδρυτής της ο Niels Bohr) και προσλαμβάνει τις ρεαλιστικές της συνιστώσες, ιδιαίτερα στο βαθμό που αυτή συνηγορεί υπέρ του ολισμού στα κβαντικά φαινόμενα. Δεύτερον, αυτή που οικειοποιείται έναν πιο ριζικό ρεαλισμό, όπως αυτόν των οντολογικών ερμηνειών της προσέγγισης της αποσυνοχής ή της ερμηνείας των πολλών κόσμων. Η βασική πεποίθηση την οποία υιοθετεί η παρούσα ανάλυση είναι πως ο κόσμος υπάρχει αντικειμενικά, αλλά η προσέγγισή του από το επιστημονικά σκεπτόμενο υποκείμενο της δυτικής μεταφυσικής είναι ανεπαρκής και εν, μέρει, αδιέξοδη. Εντούτοις, η σύγχρονη φυσική, με αιχμή την κβαντική μηχανική και την κβαντική πληροφορική, προσφέρει τον τόπο για μια διαφορετική φιλοσοφική προσέγγιση της φύσης. Ως συμβολή στην αναζήτηση μιας εναλλακτικής προσέγγισης της συναφούς γνώσης, στο πλαίσιο της μελέτης αυτής, προτείνεται ένα είδος σχεσιακής οντολογίας, η οποία εννοείται ως ένας κριτικός σχεσιακός ρεαλισμός, που πληρώνεται στη δυναμική της σχέσης μεταξύ του παρατηρητή και της εκάστοτε παρατηρούμενης φυσικής οντότητας, συλλαμβάνοντας το υπαρκτό ως a posteriori προσδιορισμό της μεταξύ τους ενεργού (μη προκαθορισμένης) σχέσης.Οι συνέπειες, τις οποίες έχει η προταθείσα (εναλλακτική) «εικόνα» του κριτικού σχεσιακού ρεαλισμού για την οντολογία και τη γνωσιολογία, μπορούν να συνοψισθούν στην ακόλουθη πρόταση: Η «εικόνα» της πραγματικότητας δεν είναι πια «εικόνα» ενός συνόλου οντοτήτων με δεδομένη λογική άρθρωση και δομή, αλλά ενός συνόλου σχέσεων που η σημαντική τους δεν επιδέχεται μία και μοναδική ανάγνωση. Η σχέση εμφανίζεται ως ο τρόπος της πραγματικότητας, αλλά και ως ο τρόπος γνώσης της πραγματικότητας (βλ. το «πείραμα των δύο οπών»). Αυτός ο τρόπος της σχέσης σχετικοποιεί οπωσδήποτε κάθε αισθητό και νοητό δεδομένο, όχι με την έννοια της αμφιβολίας και της αμφισβήτησης, αλλά με την έννοια ότι εξαρτά το όποιο δεδομένο από την εμπειρία της σχέσης και από τους κώδικες που την σηματοδοτούν. Στο πλαίσιο, λοιπόν, του κριτικού σχεσιακού ρεαλισμού, η κβαντική πληροφορία (όπως και κάθε πληροφορία) δεν οδηγεί μόνο σε επικοινωνία και, άρα σε σχέση, αλλά προϋποθέτει τη σχέση για να παραχθεί. Εν προκειμένω, η κβαντική πληροφορία είναι, δηλαδή, ένας a posteriori προσδιορισμός ενεργών σχέσεων, ενώ η ολική πληροφορία ενός κβαντικού συστήματος, η οποία στην κβαντική πληροφορική ενδιαφέρει ιδιαίτερα, δεν είναι παρά ο συντονισμός αυτών των επιμέρους δυναμικά ενεργών σχέσεων, ο οποίος είναι έκδηλος στα φαινόμενα της κβαντικής συνοχής-αποσυνοχής και της κβαντικής διαπλοκής.Ο κριτικός σχεσιακός ρεαλισμός προτείνεται ως εναλλακτική φιλοσοφική θεμελίωση για την αντιμετώπιση των φιλοσοφικών ζητημάτων τα οποία σχετίζονται με την κβαντική θεωρία πληροφορίας. Επιπροσθέτως, η κβαντική πληροφορική ως επιστημονική έρευνα, μετέχει, κατά το δυνατόν, στην πορεία δημιουργίας μιας συγκροτημένης και ευρείας διεπιστημονικής γνώσης και αυτή η μετοχή, όπως και όλο το γνωσιακό οικοδόμημα, κρίνεται μέσα στα όρια της φιλοσοφίας.

 

Το μυστήριο της Θείας οικονομίας στη γραμματεία του 13ου αιώνα: η περίπτωση των εκκλησιαστικών ιστορικών Νικήτα Χωνιάτη, Γεωργίου Ακροπολίτη, Γεωργίου Παχυμέρη, Νικηφόρου Γρηγορά

 

Η έρευνά μας εστίασε στο αν το ιστορικό έργο των Νικήτα Χωνιάτη, Γεωργίου Ακροπολίτη, Γεωργίου Παχυμέρη και Νικηφόρου Γρηγορά , που αντιστοιχεί στα χρονικά πλαίσια της αφήγησής τους στον 13ο αιώνα, καθοδηγείται από το μυστήριο της θείας Οικονομίας. Μελετήθηκαν: Νικήτας Χωνιάτης : α)Χρονική Διήγησις και β)Εγκωμιαστικοί Λόγοι. Γεώργιος Ακροπολίτη: Χρονική Συγγραφή. Γεώργιος Παχυμέρης: Συγγραφικαί Ιστορίαι και Νικηφόρος Γρηγοράς: Ρωμαϊκή Ιστορία.O Νικήτας Χωνιάτης, ως αξιόπιστος ιστορικός, δεν επιδαψιλεύει τιμές και επαίνους στους αυτοκράτορες της εποχής του, τους Αγγέλους∙ αντιθέτως, ταυτίζεται με τις προσπάθειες του Θεοδώρου Α΄ να ισχυροποιήσει την αυτοκρατορία της Νικαίας με στόχο την απελευθέρωση της Κωνσταντινουπόλεως. Και αν εστιάσουμε στους Εγκωμιαστικούς Λόγους του Νικήτα Χωνιάτη, έστω και αν το περιβάλλον απαγγελίας τους δεν αφίσταται της εξύμνησης και της συναισθηματικής φόρτισης, μπορούμε να δεχτούμε ότι εμπεριέχουν την ιστορική αλήθεια και επισημαίνουν ότι με τη Θεία Πρόνοια και την αγάπη του Θεού η πολιτεία δια του αυτοκράτορα διαδραματίζει σημαντικό ρόλο.Ο Ακροπολίτης δεν διστάζει να κατακρίνει τον τρόπο διοίκησης του Θεοδώρου Β΄ Λασκάρεως και τους ανίκανους αξιωματούχους, όμως δίνει μια σωτηριολογική διάσταση στην αυτοκρατορική «θητεία» του Θεοδώρου Α΄ Λασκάρεως, όπως π.χ γίνεται στην ισχυροποίησή του από τον Ιησού Χριστό στη μάχη της Αντιοχείας του Μαιάνδρου και τον τοποθετεί υψηλά στην κλίμακα των αυτοκρατόρων, ως αναγεννητή της αυτοκρατορίας.Ο Παχυμέρης δεικνύει την προσκόλλησή του στους Λασκάρεις της Νικαίας ως προορισμένους για την ανασύσταση της αυτοκρατορίας και ο Μιχαήλ Η΄ θεωρείται μάλλον ένας λαθραίος αναβάτης της αυτοκρατορικής εξουσίας. Στη συνέχεια η ιστορική σκέψη του Παχυμέρη δεν αφίσταται από την ενσυνείδητη κατάφαση της ενεργούς παρουσίας του Θεού είτε μέσω της Θεοτόκου, ως προστάτιδος και οδηγού, είτε μέσω των θεοσημιών και των φυσικών φαινομένων είτε μέσω των αναφορών στην Αγία Γραφή είτε μέσω των θετικών πράξεων ή των παραλείψεων των αυτοκρατόρων κατά την ενάσκηση της εξουσίας τους.Ο Νικηφόρος Γρηγοράς είναι γενναιόδωρος σε θετικούς χαρακτηρισμούς για τον Μιχαήλ Η΄ και συσχετίζει τις νίκες του, με ορόσημο τη μάχη της Πελαγονίας (1259), με τη θεϊκή επικουρία και την πίστη του στρατού της Νικαίας στον παντοδύναμο Θεό. Σειρά θα έχει η βασιλίδα των πόλεων. Ήταν θέλημα, σχεδιασμός και απόφαση Θεού για τους ανθρώπους που τον λατρεύουν. Ο Γρηγοράς δεν διστάζει να αναφέρει τις εντέχνως πολιτικές ενέργειες του Μιχαήλ Η΄ προς τον Αρσένιο, ώστε να έχει τον επιθυμητό πατριάρχη συμπαραστάτη, όπως δεν παύει να τονίζει την εκ Θεού συμπαράσταση προς τον Μιχαήλ Η΄, αλλά και τον σχεδιασμό του Θεού ως προς τη συνέχεια της ζωής της αυτοκρατορίας μετά την αναφορά των συνθηκών, κάτω από τις οποίες ο Μιχαήλ Η΄απεβίωσε, αφού τον βάρυναν δύο καθοριστικές παρεκτροπές∙ το αμάρτημα της τύφλωσης του διαδόχου και η προώθηση της δογματικής καινοτομίας και της συνδιαλλαγής με τους Δυτικούς εις βάρος της Ορθοδοξίας.Εν κατακλείδι, λοιπόν, μπορούμε να πούμε ότι, αν ο Ευσέβιος κρίνει και αφηγείται τα ιστορικά γεγονότα σε άμεση συνάφεια με τις Πατερικές επιταγές και την Αγία Γραφή, οι εξεταζόμενοι ιστορικοί, με τις ιδιαιτερότητες που επισημάναμε, ευρίσκονται εγγύτερα στην άποψη ότι η διασωστική πορεία της βυζαντινής αυτοκρατορίας οφείλεται στη θεϊκή Βούληση με την επιλογή αρχικά των Λασκάρεων ως μοχλών σωτηρίας.


Εκτύπωση   Email